Όταν πριν πολλά χρόνια ο πατέρας μου έμαθε το θέμα της έκθεσης στις πανελλήνιες εξετάσεις, είπε στη μητέρα μου : Το παιδί θα γράψει σίγουρα τέλεια! Το παιδί ήμουν εγώ. Και το θέμα ήταν όντως κομμένο και ραμμένο στα μέτρα μου : Φιλία. Υπάρχει στις μέρες μας; Έγραψα καλά, όπως ακριβώς προέβλεψε, υπερασπιζόμενη φυσικά το γεγονός ότι υπάρχει. Ακόμα και αν έκλεισα το γραπτό μου με ερώτηση, όπως μου είχε ρητά απαγορέψει ο αγαπημένος μου καθηγητής να κάνω : πώς μπορούμε άλλωστε να κρίνουμε ένα συναίσθημα με βάση τη λογική; Έκτοτε συνέχισα να την υπερασπίζομαι, με νύχια και με δόντια. Ακόμα και όταν οι καταστάσεις δε βοηθούσαν. Ακόμα και όταν οι αγαπημένοι μου φίλοι έπρεπε να φύγουν για μακρινά μέρη. Ακόμα πιο πολύ όταν ήρθε η στιγμή να φύγω εγώ μακριά τους.
Αυτό το καταπληκτικό μικρόβιο προσπάθησα να το εμποτίσω και στο παιδί μου από την αρχή. Ήθελα να έχει φίλους από μικρός, να τους αγαπάει, να τους νοιάζεται. Και μάλλον το κατάφερα καλά ή μάλλον μου/μας μοιάζει τόσο πολύ που όντως σε μικρή ακόμα ηλικία και σε μικρό χρόνικό διάστημα στην προηγούμενη πόλη μας κατάφερε να κάνει καλούς φίλους που τους τελευταίους 6 μήνες μου αναφέρει συνεχώς. Ήταν άλλωστε ένας από τους λόγους που αποφασίσαμε πρόσφατα να τους επισκεφτούμε. Αυτό που δεν περίμενα ωστόσο να συμβεί είναι ότι από την πρώτη στιγμή που φτάσαμε ήταν σαν να μην έχει περάσει ούτε μια μέρα. Γελούσαμε με την καρδιά μας να τους βλέπουμε να κοιμούνται στρωματσάδα στο πάτωμα (ή τουλάχιστον να προσπαθούν), τους βγάζαμε φωτογραφίες να κάθονται αγκαλιά, ήταν μαγικές οι εκδηλώσεις φιλίας πεντάχρονων παιδιών που έχουν ήδη μάθει να αγαπούν, να χαίρονται, να απολαμβάνουν.
Μέχρι που έφτασε η ώρα να φύγουμε, τα πρώτα δάκρυα έπεσαν, οι φατσούλες σκοτείνιασαν. Για 4 ώρες επιστροφής με το αυτοκίνητο, ο γιος μου κοιτούσε συνεχώς προς τα πίσω και μου έδειχνε με το χέρι του να γυρίσουμε. Όταν φτάσαμε, τους πήρε τηλέφωνο : Μου λείπεις, κι εμένα, άκουγα από μέσα τις παιδικές φωνούλες. Η καρδιά μου σκίρτησε. Πόσο συναίσθημα μπορεί να χωρέσει μια παιδική καρδιά; Το βράδυ, πριν κοιμηθεί ,τον πήρα αγκαλιά. Και του μίλησα ξανά με λόγια απλά για την ευτυχία που κρύβει αυτός ο πόνος, για τη δύναμη της φιλίας. Του μίλησα για τους δικούς μου φίλους που μου λείπουν πολύ. Όμως είμαι χαρούμενη, γιατί ξέρω ότι είναι πάντα εκεί. Και ότι μόλις τους ξαναδώ, θα είναι σαν να ήμασταν και χτες μαζί. Αυτό άλλωστε δεν είναι που έχει τη μεγαλύτερη σημασία; Τον καληνύχτισα με μια υπόσχεση : «Θα βάλω τα δυνατά μου να τους ξαναδούμε σύντομα». Εις το επανιδείν!
When my father heard about the essay topic of the school final exams “some” years ago, he told my mother: our child will definitely write perfect! The child was me. And the subject was really tailor-made for me : Friendship. Is it hard to find nowadays? Exactly as he predicted, I wrote really well, naturally defending the fact that it exists. Even if I closed my paper with a question, as my beloved professor had explicitly forbidden me to do: “how can we judge a feeling based on logic?”. Since then, I have continued to fight tooth and nail for it. Even when the situations did not help. Even when my dear friends had to leave for other places. Even more when the time came for me to leave.
Early on I have tried to pass this amazing bug to my child. I wanted him to have friends, to care for them. And I probably did it well, or he rather looks so much like me/us, that indeed at a very young age and in a small period of time our the previous home we was able to make good friends who he has been constantly naming to me in the last 6 months. It was one of the reasons we decided recently to visit them. What I did not expect, however, is that from the first moment we arrived it was as if not one day has passed. We laughed to tears to watch them sleeping on the floor (or at least trying), we were taking photos of them cuddling, these moments of friendship of five-year olds that have already been taught to love, to enjoy, were magical.
Until the time came to go, then the first tears appeared, the faces got dark. During all our 4 hours ride home, my son kept looking backwards and showing me with his hand to go back again. When we arrived, he called them: I miss you, me too, I heard this friends’ voices from inside. My heart crawled. How much can a child’s heart feel? In the evening, before going to sleep, he sat on my lap. And I spoke to him again with simple words about the happiness that this pain hides, about the power of friendship. I talked to him about my friends that I miss very much. But I know they always are there. And when I see them again, it’s like we were together yesterday too. And that is what matters most. I kissed him goodnight with the promise that I will do my best to see them again soon…